Η υποχρέωση για συμβίωση των συζύγων

Το βασικότερο κίνητρο στην απόφαση δύο ανθρώπων (άνδρα και γυναίκας) να τελέσουν γάμο είναι, η επιθυμία τους να αποκτήσουν μία μόνιμη συμβίωση. Από την άλλη πλευρά πάλι, μία από τις βασικές συνέπειες που επέρχονται με την τέλεση του γάμου, είναι η αμοιβαία υποχρέωση για συμβίωση, η οποία στηρίζεται σε δύο στοιχεία το υλικό και το ψυχολογικό.
Σύμφωνα με το πρώτο από αυτά, οι σύζυγοι από κοινού θα πρέπει να επιλέξουν και να καθορίσουν την οικογενειακή τους στέγη, αφού ληφθούν υπ’ όψιν ορισμένα δεδομένα, όπως για παράδειγμα εάν η εργασία του ενός βρίσκεται σε διαφορετική πόλη. Και βέβαια θα πρέπει να έχουν μία κοινωνική ζωή, με κοινές εμφανίσεις, από την οποία να προκύπτει η εικόνα τους ως συζύγων.
Το ψυχολογικό στοιχείο περιλαμβάνει θέματα από τα οποία προκύπτει, ότι ο γάμος δεν είναι απλά μία συνοίκηση. Ως τέτοια θα μπορούσαν να αναφερθούν η συγκλήρωση του βίου, η τήρηση της συζυγικής πίστης, η αμοιβαία συμπαράσταση στις δυσκολίες της ζωής, και κάθε πράξη που στοχεύει στην ανάπτυξη της οικογένειας.
Δεν υπάρχει υποχρέωση για συμβίωση, πρώτον εάν ασκηθεί αγωγή διαζυγίου, και δεύτερον στην περίπτωση που η συμβίωση αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος.
Κατάχρηση δικαιώματος δημιουργείται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η συμβίωση, είτε δεν ανταποκρίνεται στις συγκεκριμένες συνθήκες (πνευματικές, σωματικές, οικονομικές, κοινωνικές) των δύο συζύγων, είτε δεν συμβαδίζει με την ουσία και την ηθική φύση του γάμου. Τότε ο σύζυγος, στο πρόσωπο του οποίου η συνέχιση του γάμου είναι αδύνατη για αυτούς τους λόγους, μπορεί να ζητήσει με δικαστική απόφαση την αναγνώριση αυτών των προϋποθέσεων, που αίρουν την υποχρέωση του για συμβίωση και συνοίκηση, προκειμένου να αποστεί από τη συζυγική οικία.

